|
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΑΥΓΕΝΑΚΗΣ |
Τις συγκεκριμένες προτάσεις για την ενίσχυση του τομέα του τουρισμού, αλλά και την ανάγκη της αντιμετώπισης της τραγικής κατάστασης που επικρατεί στις Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων της χώρας, κατέθεσε στην Ολομέλεια της Βουλής ο Βουλευτής Ηρακλείου της Δημοκρατικής Συμμαχίας, Λευτέρης Αυγενάκης, την Τρίτη 12 Απριλίου και ώρα 19.00, στο πλαίσιο συζήτησης επίκαιρης ερώτησης, την οποία και απάντησε ο αρμόδιος Υφυπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού, κ. Γ. Νικητιάδης.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο της τοποθέτησής του ο κ. Αυγενάκης τόνισε ότι «ο τουριστικός κλάδος αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς τομείς της οικονομίας και βασικό φορέα οικονομικής ανάπτυξης, ενώ από την πορεία του εξαρτώνται χιλιάδες εργαζόμενοι και χιλιάδες οικογένειες» και ξεκαθάρισε ότι «ενδεικτική της έλλειψης πρόνοιας της Κυβέρνησης για την πρακτική ενίσχυσης του τουριστικού κλάδου είναι βεβαίως η εικόνα εγκατάλειψης που επικρατεί στις Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων ανά την Ελλάδα. Την ώρα, δηλαδή, που είναι αναγκαία η ενίσχυση του βασικού πυλώνα του τουρισμού για την οικονομία της χώρας, την ώρα που πρέπει να διευκολύνουμε τις επενδύσεις σε όλα τα πεδία που αναπτύσσονται τουριστικές δραστηριότητες, αφήνουμε τις Τουριστικές Σχολές να μαραζώνουν».
Επιπλέον, σημείωσε ότι «ως κυβέρνηση πρέπει να λάβετε συγκεκριμένα μέτρα που θα στηρίξουν τον κλάδο, θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και θα ενισχύσουν τους χιλιάδες απασχολούμενους, καθώς ο τουρισμός μπορεί να αποτελέσει όχημα ανάπτυξης. Βεβαίως, οι παρεμβάσεις από την κυβέρνηση είναι διπλά κρίσιμες, όχι μόνο λόγω της κρίσης, αλλά και γιατί η πολιτική κρίση στις χώρες της Βόρειας Αφρικής, θα φέρει αυξημένες τουριστικές ροές προς τη χώρα μας. Στόχος μας πρέπει να είναι να μην αφήσουμε «ούτε έναν πελάτη - επισκέπτη να χαθεί» και να επιλέξει γειτονικές χώρες.
Κατόπιν, σημείωσε ότι «σε αυτή την προσπάθεια μπορούν να συμβάλλουν τα μέγιστα και οι επιχειρηματίες και οι επαγγελματίες του κλάδου» και πως «ως Δημοκρατική Συμμαχία έχουμε πολλάκις υπογραμμίσει την πρωτοφανή σημασία του ιδιωτικού τομέα στην αναπτυξιακή διαδικασία, επομένως και στην τουριστική βιομηχανία», τονίζοντας πως «το κράτος όμως οφείλει να είναι όμως αρωγός και συμπαραστάτης τέτοιου είδους προσπαθειών και όχι εμπόδιο».
Στο πνεύμα αυτό, για την ουσιαστική ενίσχυση του τουριστικού κλάδου και την εξασφάλιση όχι μόνο της βιωσιμότητάς του, αλλά και της περαιτέρω ανάπτυξής του, πρότεινε:
«Η μείωση των φορολογικών συντελεστών ΦΠΑ για τη διαμονή και την εστίαση στα επίπεδα των ανταγωνιστριών χωρών.
Η ίδρυση Τουριστικού Επιμελητηρίου.
Η ενίσχυση και ενθάρρυνση της ίδρυσης ενός Οργανισμού Διαχείρισης Προορισμού σε επίπεδο Περιφερειών.
Η δημιουργία Πανεπιστημιακής Σχολής Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Κρήτης ή άλλα Πανεπιστήμια.
Η προώθηση, προβολή και ενίσχυση των δράσεων και των μορφών του εναλλακτικού τουρισμού και η συναφής εξέλιξη του θεσμικού πλαισίου. Η χώρα μας ενδείκνυται για την ανάπτυξη του αγροτουρισμού, του οινοοτουρισμού, του Εκκλησιαστικού, του Συνεδριακού, του αθλητικού ή και ιαματικού τουρισμού.
Κρίσιμο είναι και το άνοιγμα της χώρας μας και σε νέες τουριστικές αγορές του εξωτερικού, όπως αυτή των Βαλκανικών χωρών ή αυτές της Ρωσίας, της Κίνας και της Ιαπωνίας. Και εδώ μπορεί η ιδιωτική πρωτοβουλία να παίξει πρωταρχικό ρόλο».
Πρόσθεσε δε ότι «ως Δημοκρατική Συμμαχία είμαστε βέβαιοι ότι ο Τουρισμός θα λειτουργήσει ως σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο και θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, νέες θέσεις εργασίας. Με σχέδιο και προγραμματισμό, με κινητήριο δύναμη την ιδιωτική πρωτοβουλία, μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά και να δώσουμε μία αναπτυξιακή δυναμική στην αξιοποίηση της βαριάς βιομηχανίας της χώρας μας, μια νέα ώθηση στην οικονομία μας».
Κλείνοντας σημείωσε: «εάν ο Πρωθυπουργός έχει στο μυαλό του να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, καλά θα κάνει να αναβάλλει τα σχέδιά του για μερικούς μήνες, γιατί θα στείλει λανθασμένα μηνύματα στις αγορές και είναι σίγουρα το τελευταίο πράγμα που θα χρειαζόταν η χώρα μας και οι επαγγελματίες του τουρισμού ενόψει της έναρξης της νέας τουριστικής περιόδου».
Από πλευράς του, ο αρμόδιος Υφυπουργός Τουρισμού απέρριψε τα σενάρια πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, που φουντώνουν την τελευταία περίοδο, λέγοντας ότι «ουδόλως προκύπτει από πουθενά ότι ο Πρωθυπουργός μπορεί να έχει τέτοιες προθέσεις. Να είστε ήρεμος, θα πάμε μια χαρά. Η τουριστική περίοδος θα ολοκληρωθεί» και ανέφερε ότι «τον Οκτώβριο, Νοέμβριο θα μετράμε τα αποτελέσματα και σας βεβαιώνω –το ξέρω, το γνωρίζετε και εσείς- ότι όλοι θα είμαστε χαρούμενοι από τα αποτελέσματα του τουριστικού προϊόντος».
Αναφορικά με τη λειτουργία των Σχολών Τουριστικών Επαγγελμάτων αναγνώρισε ότι υπήρξαν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία τους, σημείωσε ωστόσο ότι «στον ΟΤΕΚ είπαμε ότι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε μείωση. Εκεί είναι ανελαστικές τελείως οι δαπάνες. Έχουμε μισθοδοσία προσωπικού, έχουμε μισθοδοσία προκειμένου να διασφαλιστούν όλα αυτά που είπατε εσείς και δεν έχουμε τη δυνατότητα να έχουμε μείωση του Προϋπολογισμού. Ο Προϋπολογισμός, λοιπόν, που εγκρίθηκε, κύριε Αυγενάκη, είναι ο ίδιος με τον περσινό Προϋπολογισμό».
Χαρακτηριστικό είναι ότι «μετά από έρευνα και πολύ γρήγορα εντοπίσαμε ότι ένα ποσό 1.750.000 € –άκουσον, άκουσον- δεν υπήρχαν πουθενά. Ενώ υπήρχε ταμειακό υπόλοιπο, ενώ ήταν χρήματα που ήταν μέσα στον Προϋπολογισμό, δεν τα έβρισκαν πουθενά!» και σημείωσε ότι το ζήτημα θα διερευνηθεί περαιτέρω.
Επιπλέον, σημείωσε «και εμείς πια εντοπίζουμε το ταμειακό υπόλοιπο στο οποίο αναφέρθηκα πριν, 1.750.000. Ξέρετε πόσα χρόνια θα μπορούσε να διασφαλίζονται οι προμήθειες από αυτό; Και εδώ δημιουργήθηκε τεχνητή κατάσταση ανυπαρξίας προμηθειών. Δήθεν έκλεισαν επειδή δεν είχαν προμήθειες στα εκπαιδευτήρια και μου έβγαλαν κάποιο κόσμο στο δρόμο επειδή δήθεν δεν υπήρχε χρήμα, ενώ υπήρχε ταμειακό υπόλοιπο υπερπολλαπλάσιο αυτού που πραγματικά ήταν αναγκαίο», ενώ ανέφερε ότι «γίνεται ήδη έρευνα. Πήγα στο διοικητικό συμβούλιο και ζήτησα ο Πρόεδρος να διατάξει έρευνα να εντοπίσουμε για ποιο λόγο δεν υπήρχε αυτό το ταμειακό υπόλοιπο, δεν εμφανιζόταν, ενώ ήταν στην τράπεζα».
Τέλος, δεν διαφώνησε με την πρόταση του κ. Αυγενάκη να ανοίξει μια νέα Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων στο Πανεπιστήμιο Κρήτης ή αλλού, σημειώνοντας ότι «πρόθεσή μας είναι, αν υπάρχει ο τρόπος και αν είναι οι προτάσεις επαρκείς και επιστημονικώς τεκμηριωμένες και οικονομικώς μπορεί να γίνει αυτό. Και την ΑΣΤΕΡ, και τη Σχολή της Κρήτης να προσπαθήσουμε να γίνουν ανωτάτου επιπέδου σχολές, γιατί αυτός πρέπει να είναι ο στόχος μας. Εγώ θα συμφωνήσω μαζί σας ότι πρέπει να υπάρχει ένα πανεπιστήμιο παροχής τουριστικής γνώσης».